Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017

Ορισμένες βασικές θέσεις του Λ.Σ.Βιγκότσκι και της πολιτιστικο-ιστορικής σχολής για την παιδική ηλικία.

Οι δύο επόμενες  δημοσιεύσεις είναι αποσπάσματα  του άρθρου του Ελισσαίου Βαγενά με τίτλο:

Ο Λ.Σ. Βιγκότσκι γράφει: «Βασικός και καθοριστικός παράγοντας για την ανάπτυξη της ψυχολογίας στη χώρα μας πρέπει να θεωρηθεί πως ήταν η θεωρία για τα εξαρτημένα αντανακλαστικά του ακαδημαϊκού Ι.Π. Παβλόφ... Είναι αλήθεια πως αυτή όχι μόνο γεννήθηκε, αλλά πρόλαβε να κάνει και τα βασικά της βήματα και να κατακτήσει την παγκόσμια αναγνώριση πριν ακόμη την Επανάσταση. Οσο, όμως, παράξενο κι αν φαίνεται αυτό, από μια πρώτη ματιά, αυτή η θεωρία ήταν ελάχιστα γνωστή στους ευρύτερους επιστημονικούς κύκλους της Ρωσίας και δεν είχε καμία επιρροή στην ανάπτυξη της ρωσικής ψυχολογίας... Μόνο στην εποχή της Επανάστασης η θεωρία για τα εξαρτημένα αντανακλαστικά έγινε παράγοντας ανάπτυξης της ψυχολογικής επιστήμης... Κύρια αιτία αυτού, ήταν η βαθιά συγγένεια που υπάρχει ανάμεσα στις ιδέες της Επανάστασης και τη νέα θεωρία. Η Επανάσταση αμέσως υιοθέτησε τη νέα ψυχολογία»[3].
Σ’ αυτή την αναγνώριση του θεμελιακού ρόλου του Παβλόφ, ορισμένοι είδαν καθαρά πολιτικά κίνητρα. Ετσι, ένας από τους θεμελιωτές του μπιχεβιορισμού, ο Σκίνερ, το 1969 έγραφε σχετικά: «Το 1917, οι Ρώσοι είχαν ανάγκη από την αρχή του εξαρτημένου αντανακλαστικού για την ισχυροποίηση της ιδελογίας τους κι έκαναν τον Παβλόφ εθνικό ήρωα. Με τη βοήθεια των αρχών του Παβλόφ, η ρωσική κυβέρνηση υπέθετε πως θα άλλαζε τον κόσμο κι έτσι θ’ άλλαζε και τον άνθρωπο»[4].
Η πραγματικότητα ήταν βέβαια διαφορετική, αφού οι Σοβιετικοί ψυχολόγοι έβλεπαν σ’ αυτή τη θεωρία, όχι τα τάχατες κρατικά σχέδια χειραγώγησης των ανθρώπων, αλλά το θεμέλιο πάνω στο οποίο είναι δυνατό να οικοδομηθεί ένα επιστημονικό σύστημα αντιλήψεων για τις ανώτατες, τις ψυχικές, δηλαδή, μορφές της δραστηριότητας του ανθρώπου. Ετσι, οι Σοβιετικοί ψυχολόγοι προχώρησαν πέρα από τον Παβλόφ.
Ο Βιγκότσκι έδειξε πως στον άνθρωπο εμφανίζεται ένα ιδιαίτερο είδος ψυχικών λειτουργιών που δεν υπάρχουν στα ζώα και τις οποίες ονόμασε «ανώτατες ψυχικές λειτουργίες». Οι ψυχικές λειτουργίες, που δίνονται από τη φύση («φυσικές»), μεταμορφώνονται σε λειτουργίες ανώτατου επιπέδου ανάπτυξης («πολιτιστικές»): η μηχανική μνήμη γίνεται λογική, οι αυθόρμητες παραστάσεις γίνονται στοχο-προσηλωμένη σκέψη ή δημιουργική φαντασία, η παρορμητική κίνηση γίνεται παραγωγική κλπ. (Αυτό, όπως βλέπουμε, είναι ένα πρώτο βήμα πέρα από τη θεωρία του εξαρτημένου αντανακλαστικού του Παβλόφ). Αυτές, λοιπόν, οι λειτουργίες αποτελούν το ανώτατο επίπεδο του ψυχισμού του ανθρώπου, που γενικευμένα ονομάζεται συνείδηση. Αυτή διαμορφώνεται μέσα από τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και χάρη σ’ αυτές. Μ’ άλλα λόγια, οι ανώτατες ψυχικές λειτουργίες έχουν κοινωνική φύση.
Πώς, όμως, γίνεται αυτό στην πράξη; Οπως ο άνθρωπος κατέκτησε τη φύση με τη βοήθεια των εργαλείων, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με την «κατάκτηση» των δικών του ψυχικών λειτουργιών. Μόνο που εδώ χρησιμοποιεί ιδιαίτερα εργαλεία, μέσα, που είναι ψυχολογικά.
Ετσι, ο Βιγκότσκι, προσανατολιζόμενος στο μαρξισμό, εισάγει στην ψυχολογία ένα ακόμη νέο στοιχείο, αυτό του εργαλείου, του μέσου, το οποίο έχει κοινωνικο-ιστορική φύση, κι όχι ατομικο-ψυχολογική ή βιολογική. Επρόκειτο οπωσδήποτε για την πραγματοποίηση ενός κοινωνικά ντετερμινιστικού (αιτιοκρατικού) βήματος, το οποίο βοήθησε την ψυχολογία να δημιουργήσει μια νέα προσέγγιση προς το ζήτημα του καθορισμού της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ως συνειδητά ελεγχόμενης, [σ’ αντίθεση από άλλες προσεγγίσεις, τόσο τις ενστικτώδεις (των φροϊδιστών) όσο και της «ενίσχυσης» (των μπιχεβιοριστών)].
Σε αναλογία με το εργαλείο της εργασίας, ο Βιγκότσκι, προσάπτει μια εργαλειακή λειτουργία στη λέξη, στο λόγο. Την ομοιότητα ανάμεσα στο εργαλείο και τη λέξη (ή σύμβολο) την προσέγγιζε έτσι που οι άμεσες σχέσεις του ψυχικού «οικοδομήματος» του οργανισμού με τον κόσμο του, μετατρέπονται σε έμμεσες. Διαχωρίζονται επίσης το εργαλείο από το σύμβολο από την κατεύθυνσή τους: το εργαλείο αλλάζει το εξωτερικό αντικείμενο, ενώ το σύμβολο την εσωτερική (ψυχική) δομή της συμπεριφοράς, προς την οποία και είναι προσανατολισμένο.
Ετσι, λοιπόν, ο Βιγκότσκι και μαζί του η σοβιετική ψυχολογία κάνουν ένα ακόμη βήμα παραπέρα από το απλοϊκό σχήμα κίνητρο (S) - αντίδραση (R), αφού σ’ αυτό παρεμβάλλεται το μέσο (Χ).
Πρωταρχικά αυτά τα ψυχολογικά μέσα εμφανίζονται σε εξωτερική, υλική μορφή και χρησιμοποιούνται στην επικοινωνία ως μέσα επίδρασης στον άλλο άνθρωπο. Με τον καιρό όμως, ο άνθρωπος αρχίζει να τα χρησιμοποιεί και προς τον εαυτό του. «... Κάθε λειτουργία στην πολιτιστική ανάπτυξη του παιδιού εμφανίζεται στη σκηνή δύο φορές, σε δυο πλάνα, πρώτα στο κοινωνικό, έπειτα στο ψυχολογικό, πρώτα ανάμεσα στους ανθρώπους, ως κατηγορία δια-ψυχική, κι έπειτα στο παιδί, ως κατηγορία εσω-ψυχική»[5] -γράφει ο Βιγκότσκι. Αυτή είναι η διαδικασία της εσωτερίκευσης.
Συμπερασματικά, λοιπόν, η πολιτιστικο-ιστορική σχολή διατύπωσε τη θεωρία για την ανάπτυξη των ψυχικών λειτουργιών κατά τη διάρκεια του προτσές (της διαδικασίας) έμμεσης αφομοίωσης από το άτομο των αξιών του πολιτισμού. Μιας αφομοίωσης (εσωτερίκευσης) που γίνεται μέσω της επικοινωνίας, από τις άμεσες κοινωνικές επαφές του παιδιού με τους ενηλίκους και στη συνέχεια «αφομοιώνονται» στη συνείδησή του.
Η σημασία αυτής της θέσης είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον τομέα της παιδικής ψυχολογίας, όσο και την παιδαγωγική. Κι αυτό γιατί, χάρη σ’ αυτή η ψυχική ανάπτυξη του παιδιού συνδέεται με την οργανωμένη επίδραση των ενηλίκων.
Στο κέντρο των ενδιαφερόντων του Λ.Σ. Βιγκότσκι και της σχολής του βρέθηκε η πολιτιστική ανάπτυξη του παιδιού. Η αφομοίωση του πολιτισμού από τους ανθρώπους κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της συλλογικής τους δραστηριότητας, γίνεται σε τέτιες μορφές όπως είναι η εκπαίδευση κι η διαπαιδαγώγηση. Για τον Βιγκότσκι, η εκπαίδευση κι η διαπαιδαγώγηση αποτελούν τις βασικές μορφές της ψυχικής ανάπτυξης του ανθρώπου. Εφόσον το περιεχόμενο του πολιτισμού, της εκπαίδευσης και διαπαιδαγώγησης από ιστορική εποχή σε εποχή αλλάζει, τότε και η ψυχική ανάπτυξη του παιδιού έχει συγκεκριμένο ιστορικό χαρακτήρα.
Η ιδέα του κυρίαρχου ρόλου που παίζει ο ενήλικας στην ανάπτυξη του παιδιού οδήγησε τον Βιγκότσκι στην έννοια της «ζώνης της πλησιέστερης ανάπτυξης». Πρόκειται για εκείνα τα καθήκοντα, στόχους τους οποίους το παιδί δεν μπορεί να τους επιλύσει τη δεδομένη στιγμή, παρά μόνο με τη βοήθεια του ενήλικου. Και μόνο στη συνέχεια το παιδί μπορεί αυτούς τους στόχους να τους επιτύχει μόνο του, με τη θέλησή του. Μ’ αυτή τη θέση, ο Βιγκότσκι απαντά στο ερώτημα «Τι προηγείται: η εκπαίδευση ή η ανάπτυξη;» υπέρ του πρώτου, υπέρ, δηλαδή, της μάθησης, η οποία θα πρέπει να προηγείται και να «τραβά» την ανάπτυξη του παιδιού.
Ο Βιγκότσκι εισάγει επίσης έναν ακόμη νέο όρο, αυτόν της κοινωνικής κατάστασης ανάπτυξης» του παιδιού, με τον οποίο εννοούνται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του, ο τρόπος με τον οποίο βιώνει την επίδραση αυτής της κοινωνικής κατάστασης, με τον οποίο γίνεται προσπάθεια να ξεπεραστούν απόψεις που ερμήνευαν τη συμπεριφορά του παιδιού σε άμεση σχέση με τις εξωτερικές συνθήκες, όπως έγραφε χαρακτηριστικά: «Οπως με τον αλκοολισμό του παππού συχνά με ευθύ τρόπο ερμηνεύουν τη συμπεριφορά του εγγονού, έτσι κι εκείνα ή τα άλλα οικογενειακά σημεία διαβίωσης (στενότητα χώρου, κακές σχέσεις ανάμεσα στους γονείς, ύπαρξη κακών παραδειγμάτων κλπ.) τα συνδέουν σε άμεση εξάρτηση με τα παραπάνω για τη συμπεριφορά του παιδιού...»[6]Ομως αυτή η σχέση δεν είναι τόσο ευθεία, υπογράμμιζε ο Βιγκότσκι, καλώντας να μεταφερθεί η προσοχή μας, το κέντρο των ερευνών μας προς την πλευρά της μελέτης της ίδιας της δραστηριότητας, της ενεργητικότητας του παιδιού, των βιωμάτων του, που συνδέονται με την αλλαγή του κοινωνικού του περιβάλλοντος.
Στη συγκεκριμένη έκδοση φιλοξενούνται δύο εργασίες του μεγάλου Σοβιετικού ψυχολόγου, που αφορούν την ψυχική ανάπτυξη του παιδιού. Πρόκειται για τον Πρόλογο του Λ.Σ. Βιγκότσκι στη ρωσική μετάφραση του βιβλίου του Κ. Μπιούλερ «Δοκίμιο για την ψυχική ανάπτυξη του παιδιού» και το άρθρο του «Για το ζήτημα της δυναμικής του παδικού χαρακτήρα».
[3] Λ.Σ. Βιγκότσκι: «Η ψυχολογική επιστήμη στην ΕΣΣΔ. Κοινωνικές επιστήμες στην ΕΣΣΔ». Μόσχα, 1928, σελ. 204.
[4] B. Skinner: «Contingencies of Reinforcement». N.Y., 1969, pp. 35.
[5] Λ.Σ. Βιγκότσκι: «Η ιστορία της ανάπτυξης των ανώτατων ψυχικών λειτουργιών». Απαντα, τόμ. 3, σελ. 145.
[6] Λ.Σ. Βιγκότσκι: «Το ιστορικό νόημα της κρίσης της Ψυχολογίας». Απαντα, τόμ. 1, σελ. 308.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου